Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

Ο Άγιος Τρύφωνας


Την πρώτη Φεβρουαρίου τιμά η Εκκλησία μας τη μνήμη του Αγίου Τρύφωνα, που έχει καθιερωθεί στην εθιμική λατρεία ως ο προστάτης των αμπελουργών. Ο Άγιος παρουσιάζεται μάλιστα στις νεώτερες λαϊκές αγιογραφίες ως “νέος, αγένειος, σγουρομάλλης, κρατών κλαδευτήρι”, εργαλείο δηλαδή με το οποίο γίνεται η κύρια αμπελουργική εργασία της χρονικής αυτής περιόδου. Πουθενά στο Συναξάριό του δεν αναφέρονται επεισόδια από το βίο ή τα θαύματά του, που να συνδέουν τον Άγιο με το αμπέλι και το κρασί. Πώς συσχετίσθηκε λοιπόν ο Μεγαλομάρτυρας Τρύφωνας με την άμπελο και το μεθυστικό της προϊόν ; 

Ο Άγιος Τρύφωνας γεννήθηκε στη Λάμψακο, παραλιακή πόλη της Φρυγίας, και μαρτύρησε το 249 μ.Χ., όταν αυτοκράτορας του Ρωμαϊκού κράτους ήταν ο Δέκιος, στη Νίκαια της φρυγικής Βιθυνίας. Η περιοχή ήταν ξακουστή για τους αμπελώνες της όπως και όλα τα παράλια της Προποντίδας. Εκεί βρίσκονταν πόλεις που φημίζονταν για την αφθονία των κρασιών τους: η Ραιδεστός, η Κύζικος και η περιοχή της Βιθυνίας με τα κρασιά της Τρίγλειας, της Κίου, της Νίκαιας. Ο Άγιος πολιούχος της Νίκαιας συνδέεται λοιπόν καταρχήν με την άμπελο και τον οίνο λόγω ...προέλευσης από περιοχή παραγωγής οίνων ποιότητος, αφού λίγες ήταν οι βυζαντινές επαρχίες, που μπορούσαν να καυχηθούν για τον οίνο τους τόσο όσο οι περιοχές της Προποντίδας.

Η θέση της γιορτής του στον ετήσιο κύκλο πρέπει να έπαιξε επίσης ρόλο στην καθιέρωση του Αγίου ως προστάτη των αμπελουργών. Παρόλο που το αμπέλι “κοιμάται”, γυμνό από τσαμπιά, άνθη, φύλλα και χλωρούς βλαστούς, ο Φεβρουάριος αποτελεί κρίσιμη καμπή στο βλαστικό του κύκλο. Είναι η χρονική περίοδος κατά την οποία αρχίζει παραδοσιακά η σημαντικότερη ίσως αμπελουργική φροντίδα, το κλάδεμα. Το κλάδεμα είναι τεχνική εργασία για την οποία οι αμπελουργοί δηλώνουν ότι χρειάζεται πείρα, μαστοριά και γνώση του συγκεκριμένου αμπελώνα. Κλαδεύοντας, ο αμπελουργός επεμβαίνει δυναμικά στο αμπέλι του και ρυθμίζει την ποσότητα άρα και την ποιότητα της παραγωγής του, ενώ καθορίζει αναπόφευκτα τη διάρκεια της ζωής αλλά και την υγιεινή κατάσταση των κλημάτων.

Πανάρχαιες αντιλήψεις για τη βλάστηση και τη γονιμότητα βρήκαν πιθανότατα στέγη στον εορτασμό του Μεγαλομάρτυρα Τρύφωνα, την πρώτη του Φεβρουαρίου. Οι γεωργοί και ειδικά οι αμπελουργοί προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την προστασία των θεϊκών δυνάμεων πριν αρχίσουν το κλάδεμα. Όταν επεκράτησε ο Χριστιανισμός και τα παλιά λατρευτικά στοιχεία απαγορεύτηκαν, εκείνα επιβίωσαν ...κουκουλωμένα κάτω από το μανδύα της νέας θρησκείας. Ο Άγιος, εξειδικευόμενος, επωμίσθηκε το ρόλο του προστάτη των αμπελουργών κατά κύριο λόγο. Δέχεται όλες τις ευχές, τις επικλήσεις και τις ιδιαίτερες φροντίδες με τις οποίες προσπαθούν να εξασφαλίσουν την ευετηρία, την καλή χρονιά, και να προστατέψουν το αμπέλι από τις λογής καταστροφές, που μπορεί να φέρει μια όψιμη παγωνιά, το χαλάζι, ο άνεμος, η δυνατή ή άκαιρη βροχή, κάποια ασθένεια. 
Δε φαίνεται πάντως τυχαίο το γεγονός ότι και ο βασικός Γάλλος ομόλογος του Αγίου, ο saint Vincent, εορτάζεται στους γαλλικούς αμπελότοπους την ίδια χρονική περίοδο, στις 22 Ιανουαρίου.

Μυστήριο καλύπτει τις ακριβείς μετακινήσεις του Αγίου Τρύφωνα από τη Λάμψακο στην Ανατολική Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία. Το 1924 πάντως, όταν οι ιστορικές συνθήκες ανάγκασαν τους ελληνικούς πληθυσμούς της Ανατολικής Ρωμυλίας να αφήσουν κατάφυτες από αμπέλια περιοχές και να εγκατασταθούν στις καινούργιες πατρίδες τους, φέρνοντας μαζί τους αμπελοοινικές τεχνικές αλλά και τρόπους λατρείας, ο Άγιος Τρύφωνας ήταν ήδη καθιερωμένος ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών στους χριστιανικούς πληθυσμούς της βαλκανικής χερσονήσου. Στις αμπελουργικές περιοχές της Μακεδονίας μάλιστα ήταν ιδιαίτερα γνωστός και σεβαστός, όπως μαρτυρά η προφορική παράδοση των ντόπιων κατοίκων της Γουμένισσας, της Νάουσας, του Αμυνταίου, οι τοιχογραφίες του Αγίου σε ιερούς ναούς που χτίστηκαν τον δέκατο ένατο αιώνα αλλά και το αρκετά συνηθισμένο ανδρικό βαφτιστικό όνομα Τρύφων. Η ένταση της λατρείας του Αγίου επηρεάζεται από την ύπαρξη αμπελώνων καθώς και τη σπουδαιότητά τους για την οικονομία της περιοχής. Συγκέντρωση λατρευτικών παραδόσεων και τήρηση των εθιμικών πρακτικών παρατηρείται στο βορειοελλαδικό χώρο και μάλιστα στις προσφυγικές κοινότητες με τόπο καταγωγής την Ανατολική Ρωμυλία. 


Η λατρεία του Αγίου Τρύφωνα
Ο Άγιος Τρύφωνας λοιπόν, από τη Λάμψακο της Φρυγίας, καθιερώθηκε ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών, κρατά κλαδευτήρι και έχει σημαντικές αποτρεπτικές δυνάμεις κατά των ποικίλων εχθρών που ενεργούν βλαπτικά στα αμπέλια, στα δενδροκηπευτικά και τους αγρούς : αντίξοες καιρικές συνθήκες, ασθένειες, έντομα, κάμπιες αλλά και ποντικοί υποχωρούν μπροστά του, εφόσον βέβαια του αποδοθούν οι προσήκουσες τιμές. Ονομαστικά αναφέρονται στον Εξορκισμό του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος μεταξύ των ...“κακούργων θηρίων των αδικούντων την άμπελον, την χώραν τε και τον κήπον : Κάμπη, Σκώληξ, Σκωληκοκάμπη, Σκάνθαρος, Βρούχος, Ακρίς, Επίμαλος, Καλιγάρις, Μακρόπους, Μύρμηξ, Φθειρ, Ρυγίτης, Ψυλλίτης, Καυσοκόπος, Ερυσίβη, Κοχλοί, Ψαλίτης και ει τι άλλο προσφυσούν και μαραίνον τον καρπόν της σταφυλής και των λοιπών ειδών και λαχάνων”.

Η λαϊκή παράδοση συνδέει τον Άγιο με τα αμπέλια και τους αμπελουργούς μέσω ευρύτατα διαδεδομένης στο βαλκανικό χώρο αφήγησης. Σύμφωνα με μια παραλλαγή ο Άγιος Τρύφωνας κλάδευε το αμπέλι του αδιαφορώντας για τις αντίθετες υποδείξεις της Παναγίας και έκοψε τη μύτη του. Η φράση - κλειδί “κλαδεύω έτσι κι όχι έτσι, είπε κι έκοψε τη μύτη του” συνοδεύεται από χειρονομία χαρακτηριστική της τεχνικής του κλαδέματος, χωρίς την οποία ο ακροατής αδυνατεί να αντιληφθεί πώς ακριβώς ακρωτηριάσθηκε ο Άγιος. Με αυτήν την “τεχνολογική αφήγηση” εξηγείται η λατρευτική αποχή από την εργασία στ’ αμπέλια που τηρούν όλοι οι αμπελουργικοί πληθυσμοί. Την απαγόρευση εκφράζουν ρητά οι Στενημαχίτες : “Ας έρθ’ τ’ Αϊ Τρύφου η μέρα πρώτα, κι απέει πιάν’ς του σβανά στου χέρι σ’”. Η πρώτη του Φεβρουαρίου αποτελεί στη λαΪκή συνείδηση το θεσμοθετημένο χρονικό ορόσημο που σηματοδοτεί την αρχή του κλαδέματος και το οποίο ακολουθούν διαδοχικές αμπελουργικές φροντίδες. Είναι λοιπόν φυσικό να προσπαθούν οι αμπελουργοί να προστατέψουν με κάθε τρόπο το ευαίσθητο αμπέλι τους κατά την τόσο κρίσιμη αυτή χρονική στιγμή.

Κατεξοχήν αγροτική η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα, χαράσσει κύκλο εορταστικό στο μακεδονικό αμπελώνα, στον οποίο συναντώνται διάφορες κατά τόπους λατρευτικές συνήθειες. Οπως προστάζουν τα έθιμά τους τιμούν τον Άγιο οι γηγενείς, οι ντόπιοι κάτοικοι στις αμπελουργικές περιοχές της Νάουσας, της Γουμένισσας, του Αμυνταίου καθώς και οι προσφυγικοί πληθυσμοί από την Ανατολική Ρωμυλία στη Γέφυρα (Σωζοπολίτες), στη Νέα Αγχίαλο (Αγχιαλίτες) στη Νέα Μεσήμβρια (από τη Μεσημβρία). Στην εκκλησία κάνουν αγιασμό και αρτοκλασία με κόλλυβο για το μνημόσυνο του Αγίου Τρύφωνα. Στο κόλλυβο μάλιστα που παρέθεταν οι Αγχιαλίτες “ζωγράφιζαν” παλαιότερα τον Άγιο και σταφύλια. Συνηθίζουν επίσης να διατηρούν από τον τρύγο σταφύλια, κρεμασμένα στα υπόγεια κελλάρια οινοποίησης ή στην κληματαριά. Το’ χουν σε καλό να αντέξουν τα σταφύλια αυτά ως την πρώτη Φεβρουαρίου, οπότε και τα πηγαίνουν στην εκκλησία για να διαβαστούν και να μοιραστούν στους πιστούς. Ολοι παίρνουν ρώγες που τις τρώνε “για υγεία” αφού φυλάξουν μερικές στο εικονοστάσι. Με τον αγιασμό αυτόν δεν ραντίζουν το σπίτι αλλά τους μπαχτσέδες, τις οπωρώνες και κυρίως τ’ αμπέλια τους. Επισκέπτονται λοιπόν τους αμπελώνες την πρώτη Φεβρουαρίου για να τους ραντίσουν με αγιασμό αλλά και για να προβούν, την ημέρα αυτή της λατρευτικής αποχής από την εργασία, σε τελετουργικό κλάδεμα τεσσάρων κλημάτων. Τα κλήματα αυτά τα διαλέγουν να’ναι ιδιαίτερα γερά, είτε βρίσκονται στις γωνίες του αμπελώνα είτε σχηματίζουν σταυρό στο αμπέλι. Πάνω σ’ αυτά θα ρίξουν κρασί ή αγιασμό, προσβλέποντας στην ευφορία, στην καλή παραγωγή, στην καλοχρονιά. Με την ευκαιρία, σε κάποιες περιοχές θα θάψουν κάτω απ τα κλήματα το κουλούρι του καλικάτζαρου αλλά και το κόκκινο αυγό της Μεγάλης Πέμπτης. Κάποτε πραγματοποιείται και ένα είδος στοιχειώδους μιμικού δρώμενου, που συνδέει τον Άγιο με την προσδοκώμενη αφθονία, τη γονιμότητα, την “ευκολία”, όπως λένε οι ίδιοι.
Για τους υπόλοιπους αμπελουργούς η μέρα θα τελειώσει πιθανότατα με μια γερή κρασοκατάνυξη, οικογενειακή ή μεταξύ συναδέλφων. Οι πρόσφυγες από τους αμπελότοπους της Στενημάχου στην Ανατολική Ρωμυλία όμως θα πραγματοποιήσουν την εντυπωσιακή τελετουργία του κουρμπανιού, αιματηρής θυσίας προς τιμήν του Αγίου Τρύφωνα, που έφεραν με τις λιγοστές αποσκευές τους και τη μεταφύτεψαν στις νέες πατρίδες τους.

Πράγματι, η αμπελουργική Στενήμαχος είναι η μόνη περιοχή στην οποία αναφέρονται αιματηρές προσφορές για τον άγιο Τρύφωνα. Η τέλεση αιματηρής θυσίας στο πλαίσιο του εορτασμού του αγροτικού Αγίου και με επιδιωκόμενο αντάλλαγμα μια καλή χρονιά για τα αμπέλια εξηγείται από τη θρακική προέλευση του εθίμου και των φορέων του. Τα κουρμπάνια ήταν συνηθισμένες τελετουργίες στο θρακικό χώρο και προσφέρονταν στο θείο από ιδιώτες και κοινότητες σε διάφορες περιστάσεις και με ποικίλες επιδιώξεις. Στη Στενήμαχο λοιπόν, ανθηρή ελληνική πόλη πριν το 1924, χτισμένη 20 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Φιλιππούπολης στους πρόποδες της Ροδόπης, οι αμπελουργοί κάτοικοι γιόρταζαν κάθε χρόνο τη μνήμη του Αγίου προστάτη τους κάνοντας κουρμπάνι, δημοτελή θυσία μόσχου. Την παραμονή της γιορτής, μετά την εορταστική περιφορά του στεφανωμένου με κληματίδες ζώου, το θυσίαζαν στο προαύλιο του παρεκκλησιού. Ανήμερα του Αγίου το διαβασμένο από τον παπά κρέας έβραζε με το ζωμό του σε καζάνια κι αφού το ευλογούσε και πάλι ο παπάς γινόταν η διανομή και κοινό γεύμα. Ακολουθούσε αγώνας πάλης με συμμετοχές Ελλήνων, Τούρκων και Βουλγάρων παλαιστών καθώς και γλέντι με οινοποσία. Στην εκδήλωση συμμετείχαν όλοι οι έλληνες αμπελουργοί από τη Στενήμαχο αλλά και τις γειτονικές κωμοπόλεις Ανω Βοδενά και Κούκλαινα. Το κουρμπάνι αποτελεί μάλιστα μια από τις εντονότερες αναμνήσεις των γερόντων πληροφορητών που ζουν σήμερα σε κοινότητες του μακεδονικού αμπελώνα, “κρατούν το έθιμο” και δεν ξεχνούν τη χαμένη πια πατρίδα.
Εγκατεστημένοι στη Γουμένισσα του νομού Κιλκίς (από το Άνω Βοδενό), στη Στενήμαχο Ημαθίας (από τη Στενήμαχο) και στον Τρίλοφο Ημαθίας (από την Κούκλαινα) συνεχίζουν να καλλιεργούν αμπέλια, να φτιάχνουν κρασί, να τιμούν τον άγιο Τρύφωνα με το ετήσιο κουρμπάνι του, να θυμούνται αυτά που άφησαν και καμιά φορά να τραγουδούν “Κάθε στιγμή που φεύγει δε θα γυρίσει πια και τα καλά του κόσμου βρίσκονται ς τα βουτσιά”, στους κάδους δηλαδή της οινοποίησης...

Ο Γερο Πορφύριος για την εξομολόγηση


1245 - Ο Γερο Πορφύριος για την εξομολόγηση
00.jpgΔεν ευθύνεται μονάχα ο άνθρωπος για τα παραπτώματά του. Τα λάθη, οι αμαρτίες και τα πάθη δεν είναι μόνο προσωπικά βιώματα του εξομολογού-μενου.
Ο κάθε άνθρωπος έχει πάρει μέσα του και τα βιώματα των γονέων του και ειδικά της μητέρας, δηλαδή το πώς ζούσε η μητέρα, όταν τον κυοφορούσε, αν στενοχωριόταν, τι έκανε, αν κουραζόταν το νευρικό της σύστημα, αν είχε χαρά, αν είχε θλίψη, αν είχε μελαγχολία.
Έ, όλο το νευρικό σύστημα το δικό της επηρέασε το νευρικό σύστημα του εμβρύου της. Οπότε, όταν γεννηθεί το παιδί και μεγαλώσει, παίρνει μέσα του και τα βιώματα της μητέρας του, δηλαδή άλλου ανθρώπου.
Δημιουργείται μια κατάσταση στην ψυχή του ανθρώπου εξαιτίας των γονέων του, που την παίρνει μαζί του σ΄ όλη του τη ζωή, αφήνει ίχνη μέσα του και πολλά πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή του είναι απόρροια της καταστάσεως αυτής.
Τα φερσίματά του έχουν άμεση σχέση με την κατάσταση των γονέων του. Μεγαλώνει, μορφώνεται, αλλά δεν διορθώνεται. Εδώ βρίσκεται μεγάλο μέρος από την ευθύνη για την πνευματική κατάσταση του ανθρώπου.
Υπάρχει, όμως, ένα μυστικό. Υπάρχει κάποιος τρόπος ν΄ απαλλαγεί ο άνθρωπος απ΄ αυτό το κακό. Ο τρόπος αυτός είναι η γενική εξομολόγηση, η οποία γίνεται με την χάρι του Θεού. Μπορεί, δηλαδή, να σου πει ο πνευματικός:
- Πώς θα ήθελα να ήμασταν σ΄ ένα ήσυχο μέρος, να μην είχα ασχολίες και να μου έλεγες τη ζωή σου απ΄ την αρχή, από τότε που αισθάνθηκες τον εαυτό σου, όλα τα γεγονότα που θυμάσαι και ποια ήταν η αντιμετώπισή τους από σένα, όχι μόνο τα δυσάρεστα αλλά και τα ευχάριστα, όχι μόνο τις αμαρτίες αλλά και τα καλά. Και τις επιτυχίες και τις αποτυχίες. Όλα. Όλα όσα απαρτίζουν τη ζωή σου.
Πολλές φορές έχω μεταχειριστεί αυτή την γενική εξομολόγηση και είδα θαύματα πάνω σ΄ αυτό. Την ώρα που τα λες στον εξομολόγο, έρχεται η θεία χάρις και σε απαλλάσσει απ΄ όλα τα άσχημα βιώματα και τις πληγές   και τα ψυχικά τραύματα και τις ενοχές, διότι, την ώρα που τα λες, ο εξομολόγος εύχεται θερμά στον Κύριο για την απαλλαγή σου.
Είχε έλθει σ΄ εμένα προ καιρού μια κυρία, που έκανε αυτού του είδους την εξομολόγηση και βρήκε μεγάλη ωφέλεια.
Βελτιώθηκε η ψυχολογική της κατάσταση, διότι τήνε βασάνιζε κάτι. Έστειλε, λοιπόν, αυτή μια φίλη της και πήγαμε έξω στο βράχο, στα Καλλίσια. Καθίσαμε και άρχισε κι εκείνη να μου μιλάει. Της λέω:
- Να μου πεις ό,τι αισθάνεσαι. Αν σε ρωτήσω εγώ για κάτι, να μου πεις. Αν δεν σε ρωτήσω, να συνεχίσεις να τα λέεις, όπως τα αισθάνεσαι.
Όλ' αυτά που μου έλεγε, τα παρακολουθούσα όχι απλώς με προσοχή, αλλά "έβλεπα" μέσα στον ψυχικό της κόσμο την επίδραση της προσευχής.
Την παρακολουθούσα μέσα στην ψυχή της κι "έβλεπα" ότι πήγαινε χάρις μέσα της, όπως τήνε κοίταζα εγώ.
Διότι στον πνευματικό υπάρχει χάρις και στον παπά υπάρχει χάρις. Το καταλαβαίνετε; Δηλαδή, ενώ εξομολογείται ο άνθρωπος, ο ιερέας προσεύχεται γι αυτόν. Συγχρόνως έρχεται η χάρις και τον ελευθερώνει απ΄ τα ψυχικά τραύματα, που για χρόνια τον βασανίζουν, χωρίς να γνωρίζει την αιτία τους. Ω, αυτά τα πιστεύω πολύ!
Στον εξομολόγο μπορείς να μιλήσεις όπως αισθάνεσαι, αλλά δεν είναι αυτό τόσο σημαντικό, όσο είναι το ότι κοιτάζει μέσα στην ψυχή σου προσευχόμενος ο παπάς και βλέπει πώς είσαι και σου μεταδίδει την χάρι του Θεού. Έχει αποδειχθεί ότι αυτό το κοίταγμα είναι πνευματικές "ακτίνες" που σε ξαλαφρώνουν και σε θεραπεύουν, μη νομίσετε ότι είναι ακτίνες φυσικές.
Είναι αλήθεια αυτά τα πράγματα. Και με τον Χριστό τι έγινε; Έπιασε το χέρι της αιμορροούσης και είπε: "Εγώ γάρ έγνων δύναμιν εξελθούσαν απ΄εμού". Θα πεις: "Ναι, μα ήταν Θεός". Ο Χριστός βέβαια ήταν Θεός, αλλά μήπως και οι Απόστολοι δεν κάνανε το ίδιο;
Όλοι οι πνευματικοί, οι εξομολόγοι, έχουν αυτήν την χάρι κι όταν εύχονται, την εκπέμπουν ως αγωγοί. Για παράδειγμα, θέλουμε ν΄ ανάψουμε εδώ πέρα μια θερμάστρα και βάζουμε ένα καλώδιο, αλλά δεν μπορεί να κάνει επαφή, διότι το καλώδιο δεν είναι στην πρίζα. Αν, όμως, το καλώδιο μπει στην πρίζα, μόλις κάνει την επαφή, έρχεται το ρεύμα μέσω αυτού του αγωγού.
Είναι πνευματικά πράγματα της θρησκείας μας αυτά. Μπορεί να λέμε για καλώδιο, αλλά στην πραγματικότητα αυτή είναι "η θεία ψυχανάλυση".

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2012

Η ΕΝΟΤΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


«Δείξτε» γράφει, «σ’ έναν Ρώσο μαθητή που δεν έχει ιδέα από αστερισμούς το χάρτη τ’ουρανού κι αυτός αύριο κιόλας θα σας τον επιστρέψει διορθωμένο» (1).


Θεία Ευχαριστία, επίσκοπος και εκκλησία είναι τρία πράγματα που όχι μόνο συνδέονται οργανικά αλλά συνάμα ταυτίζονται. Όταν κάνω λόγο για οργανική ενότητα και ταύτιση, δεν πρέπει ο αναγνώστης να φέρνει στο νου του αφηρημένες εικόνες ή σχήματα θεωρίας που έλαβαν χώρα σε μια «αποστατημένη» περίοδο της εκκλησίας και της κτίσης, αλλά για μία αρχέγονη αλήθεια (εδώ ο αναγνώστης πρέπει να εστιάσει στην εικόνα της εκκλησίας και στα δόγματα της Αλήθειας που ως ζωντανός οργανισμός φέρει) που ενώ η καταγωγή της θα μπορούσε να χρονολογηθεί από την αρχή της δημιουργίας σε μια αρραγή ιστορική ενότητα ωστόσο εκδηλώνεται ιστορικά και με μία δυναμική εξέλιξη στη φύση και στην ιστορία απ την ημέρα της πεντηκοστής απ όπου η εκκλησία φανερά και δημόσια εκδηλώνεται στον κόσμο.

Η αφιλοσόφητη θεωρία των νέο-προτεσταντών του Ελλαδικού χώρου, η κακή προαίρεση και η άγνοια βασικών αληθειών και γεγονότων, αποτελεί όχι μόνο ένα κακό σύμβουλο για περαιτέρω ανάπτυξη και έρευνας του αντικειμένου για το οποίο θα μιλήσω αλλά συνάμα μια απαίδευτη φιλοσοφία με αποτελέσματα άκρως επικίνδυνα για τον σημερινό άνθρωπο που ψάχνει απαντήσεις για τα υπαρξιακά του ερωτήματα.


Το κωμικό και συγχρόνως τραγικό που διαδραματίζεται σ’ αυτούς τους επικίνδυνους χώρους είναι η προσπάθεια των ομιλητών να πείσουν και να σαγηνεύσουν το κοινό που τους αφουγκράζεται, ότι το σύνολο ιδεών ενός ορισμένου θέματος έχει ως πυρήνα την θεοπνευστία και την αποκάλυψη του Θεού που εκδηλώνεται με χαρισματικό τρόπο στο νου και την καρδιά του κήρυκα. Φυσικά για αμφισβήτηση ουδέν λόγος γίνεται εκτός αν ο κήρυκας καινοτομεί σε βασικές αλήθειες που πρεσβεύει η ομολογία της ομάδας στην οποία ως μέλος και ο ίδιος, ζει, κινείται και πορεύεται. Έτσι, ο επινίκιος ύμνος για την αξία της ομιλίας που διαδραματίζεται στα κλειστά πλαίσια της χαρισματικής ομάδας θα πρέπει να θεωρείται δεδομένος.

Τι γίνεται όμως στη περίπτωση που ένας ώριμος μελετητής και ερευνητής διαπιστώσει ότι ο άξονας μιας Α ή Β διδασκαλίας είναι ένας επιπεδόκυρτος κορμός με θεωρήματα άκρως επικίνδυνα για την ψυχοσωματική ενότητα του Προσώπου;

Ο παρατηρητής αυτός δεν θα αργήσει να αντιληφθεί και να επισημάνει τα τραγικά λάθη σε έννοιες και σχήματα που ο αφιλοσόφητος βιαστής θυσιάζει στο βωμό της άγνοιας και της πλάνης ενώ ταυτόχρονα θα έρθει σε αμηχανία διότι δεν θα γνωρίζει πως θα μπορέσει να χορηγήσει τα κατάλληλα φάρμακα σ’έναν οργανισμό που νοσεί και αντάμα είναι μεταδοτικός σε αδύναμους οργανισμούς. Τα παραδείγματα που θα μπορούσα να αναφέρω είναι πολλά και τολμώ να πω αναρίθμητα. Γι’αυτό θα περιοριστώ απλά να κατονομάσω ορισμένες παρανοήσεις που αλλοτριώνουν το πραγματικό περιεχόμενο δημιουργώντας μια νέα κατάσταση με συνήγορο την αποκάλυψη, την Αλήθεια του Ευαγγελίου, παραπέμποντας σε αλλοτινούς καιρούς, σφαίρα κι αυτοί μιας νοσηρής αλήθειας και πράγματι κωμικής. Δεν θα ήταν καθόλου άτοπο θεολογικά και ιστορικά να ισχυριστώ ότι ο νέο-προτεστάντης αλπινιστής έχει δημιουργήσει ένα δικό του ευαγγέλιο ασχέτως αν αυτός ισχυρίζεται το αντίθετο!!!


Δόγμα, Εκκλησία, Θρησκεία, Μυστήρια, Φιλοσοφία (ιστορία και συμβολή), Λόγος Θεού, προϋποθέσεις ορθής Θεολογίας, Θεολογία, Ιερά Παράδοση, είναι μόνο λίγα παραδείγματα που όπως προανέφερα, οι αλπινιστές όχι μόνο αγνοούν ΔΡΑΜΑΤΙΚΑ αλλά τολμούν και να ερμηνεύσουν ωσάν να κατέχουν τα κατάλληλα εφόδια για ένα τέτοιο επιχείρημα. Ειλικρινά δεν ξέρω πως ένας ενημερωμένος Ορθόδοξος Χριστιανός θα μπορεί ή αν θα πρέπει να τους αντιμετωπίσει. Ίσως μια λύση θα ήταν οι θεολόγοι να πετάξουν τα πτυχία τους, οι καθηγητές να παραιτηθούν, οι δογματολόγοι και οι πατρολόγοι να σκίσουν τα βιβλία τους και τις διδακτορικές διατριβές τους, διότι οι ορδές των αναγεννημένων σαρώνουν οτιδήποτε βρίσκεται απειλητικά μπροστά τους επιστρατεύοντας πάντα και με ανήθικο τρόπο (άραγε με ποια ιδιότητα;) διάφορα χωρία της Γραφής για να τονίσουν ότι δεν υφίσταται κάποια ανάγκη μορφής γνώσεως, ταυτίζοντας λίγο έως πολύ τους εαυτούς τους με τους δώδεκα αποστόλους…

Σ’αυτό το σημείο δεν νομίζω ότι χρειάζεται περαιτέρω να σχολιασθεί το ολίσθημα ενός οπαδού που επικοινωνεί μόνο με συνθήματα. Είναι επίτευγμα καθαρά δικό του και συνοδοιπόρος στην αφροσύνη και τον άκρατο ενθουσιασμό δεν θα βρει κανέναν από μας.

Για την Θεία Ευχαριστία καθώς και την άρρηκτη ενότητα της με το πρόσωπο του επισκόπου (ένα θέμα άγνωστο για το σύνολο των νέο-προτεσταντών αλλά συνάμα και ένα θέμα πολύ σοβαρό που αν δεν μελετηθεί ορθά σε όλες τις προεκτάσεις του, οι θεολογικές συνέπειες θα είναι άκρως επικίνδυνες, καθότι η διχοτόμηση από την ορθή θεολογία θα πρέπει να θεωρείται αυτονόητη) και φυσικά με την Εκκλησία, επιστρατεύω ένα απόσπασμα από τη διδακτορική διατριβή του Περγάμου κ. Ζηζιούλα:


 

«Διεμορφώθη, ούτω, κατά την εποχήν ταύτην σαφώς η συνείδησις, ότι η «καθολική εκκλησία» αποτελεί έννοιαν περιλαμβάνουσαν απαραιτήτως εκτός της Ορθοδοξίας και την κυρίως εκκλησιαστικήν, ήτοι λειτουργικήν, κοινωνίαν. Δια τούτο ο Ωριγένης ομιλεί εις τα συγγράμματα του περί δύο ομάδων εν τω Χριστιανισμώ, τας οποίας και αντιπαρατάσσει προς αλλήλας: οι μεν καλούνται «εκκλησιαστικοί», οι δε «οι από των αιρέσεων», θεωρεί δε καύχημα του ότι δεν ανήκει απλώς εις την ομάδα των «χριστιανών», αλλά των «εκκλησιαστικών». Ο ανήκων εις την ομάδα των αιρετικών καλεί εαυτόν «χριστιανόν» («professione quidem christianus est, intellectu autem fidei haereticus et perversus est”), ενώ αντιθέτως ο «εκκλησιαστικός» δεν καλείται απλώς «χριστιανός» αλλά και «καθολικός»: “fidei credulitate et professione nominis christianus est et catholicus”. «Εκκλησιαστικός» και «καθολικός» ταυτίζονται και το εν ερμηνεύει το άλλο. Ο «αιρετικός» μαχόμενος τον «εκκλησιαστικόν» μάχεται τον «καθολικόν», ως άλλοτε ο Αιγύπτιος και εκ μητρός μόνον Ισραηλίτης εμάχετο τον γνήσιον Ισραηλίτην: «adversus ecclesiasticum, adversus catholicum litigat». 

Ο ταυτισμός ούτως «εκκλησιαστικού» και «καθολικού» αποτελεί χαρακτηριστικόν δείγμα της χρήσεως του όρου «καθολική εκκλησία» προς δήλωσιν ήδη της «εκκλησιαστικής κοινωνίας» ουχί μόνον εν τη πίστει, αλλά και εν τη Θεία Ευχαριστία. Ως μαρτυρεί μεταγενέστερον κείμενον, το οποίον εν τούτοις απηχεί αρχαιοτέρας καταστάσεις, δια την είσοδον ξένων εις τινά παροικίαν δεν ήρκει να ερωτηθούν, εάν ήσαν «πιστοί», αλλά και εάν ήσαν «εκκλησιαστικοί», ήτοι εν τακτική κοινωνία μετά της Καθολικής Εκκλησίας.

Χαρακτηριστικόν παράδειγμα της συνδέσεως Ευχαριστίας και Ορθοδοξίας κατά τας αρχάς του γ’ αιώνος αποτελεί και το προσφάτως ανακαλυφθέν, λίαν ενδιαφέρων δια την ιστορίαν του Δόγματος και της Λειτουργίας, κείμενον του Πάπυρου Toura επιγραφόμενον «Ωριγένους διάλεκτοι προς Ηρακλείδιν και τους συν αυτώ επισκόπους [περί π(ατρός) κ(αί) υ(ίου) κ(αί) ψυχής]» εκδοθέν τω 1949 υπό J. Scherer. Πρόκειται περί του κυριωτέρου μέρους των Πρακτικών επισκοπικής συνόδου, περιλαμβάνοντος και την συζήτησιν μεταξύ Ωριγένους και επισκόπου τινός Ηρακλείδου, του οποίου αι ιδέαι είχον προκαλέσει την σύγκλησιν της συνόδου. Εκείνο το οποίον ενέχει σημασίαν δι’ ημάς ενταύθα είναι ότι κατά την συζήτησιν περί της σχέσως του Υιού προς τον Πατέρα ο Ωριγένης αναφέρεται εις την ευχήν της Ευχαριστίας, δια να τονίσει ότι το περιεχόμενο της ευχής και το περιεχόμενον της πίστεως πρέπει να ευρίσκωνται εις απόλυτον αρμονίαν. Η σχέσις του Υιού προς τον Πατέρα είναι σχέσις ενότητος της φύσεως εν τη διακρίσει των προσώπων, διό και η «προσφορά (της Ευχαριστίας) γίνεται Θεώ Παντοκράτορι δια Ιησού Χριστού ως προσφόρου (η προσφέρουσα) τω Πατρί την θεότητα αυτού, μη δίς αλλά Θεώ δια Θεού προσφορά γινέσθω…» (2,24. Ενθ.αν.σ.62). Ούτω, η Ορθόδοξος πίστις και η ευχαριστιακή προσφορά, ήτις πιθανώτατα και προεκάλεσε την συζήτησιν, ευρίσκονται εις αμοιβαίαν εξάρτησιν, εκ της αρμονίας δε των δύο εξαρτάται και η ενότης της Εκκλησίας εις τρόπον, ώστε οιοσδήποτε , είτε επίσκοπος είναι ούτως είτε πρεσβύτερος, διαφωνών «ουκ εστίν επίσκοπος, ουκ εστίν πρεσβύτερος, ουδέ λαϊκός, ει διάκονος, ουκ εστίν διάκονος, ουδέ λαϊκός, ει λαϊκός εστίν, ουκ εστίν λαϊκός ουδέ συνάγεται (τ.ε. δεν μετέχει της ευχαριστιακής συνάξεως)» (5,5. Ενθ’ αν. σ.64).

Η τοιαύτη διαμόρφωσις της συνειδήσεως περί καθολικότητας της Εκκλησίας διά της οριστικής πλεόν συνενώσεως της ευχαριστιακής κοινωνίας μετά της Ορθοδοξίας απεικονίζεται σαφώς εις τον τρόπον, δια του οποίου η Εκκλησία της εξεταζομένης περιόδου εξέθετε την φύσιν του επισκοπικού θεσμού. Παλαιότερον, ως είδομεν, ο επισκοπικός θεσμός συνεδέετο εν αρχή μεν κυρίως μετά της Θείας Ευχαριστίας (Κλημης Ρώμης, Ιγνάντιος), αργότερον δε κυρίως και μετ’ εμφάσεως μετά του διδακτικού του έργου (Μαρτ. Πολ. Ηγήσιππος, Ειρηναίος). Κατά τας αρχάς του Γ' αιώνος αμφότερα τα στοιχεία ταύτα συνενούνται εις εν και ο Επίσκοπος αποτελεί σαφώς την ταυτόχρονον έκφρασιν αμφοτέρων. Τούτο απεικονίζεται εις το πολυτιμότατον δια την Ιστορίαν κείμενον της εποχής ταύτης, την «Αποστολικήν Παράδοσιν» του Ιππολύτου. Προσεκτική εξέτασις των μαρτυριών, τας οποίας δίδει περί του Επισκόπου το κείμενον τούτο, μας πληροφορεί, ότι ο Επίσκοπος, όστις ήτο διά την Εκκλησίαν αυτού alter Christus και alter apostolus, συγκεντρώνει εν εαυτώ την εξουσίαν τόσον του «ποιμαίνειν την ποίμνην» της Εκκλήσίας του, ήτοι του διδάσκειν αυθεντικώς τα μέλη αυτής, όσον και του «προσφέρειν σοι τα δώρα της αγίας σου Εκκλησίας», ήτοι του τελείν την Θείαν Ευχαριστίαν. Ούτω, περί τας αρχάς του γ' αιώνος και υπο την πίεσιν της αιρέσεως, η οποία έτεινεν ήδη να περιβληθή τον εκκλησιαστικόν μανδύαν, η ενότης εν τη Θεία Ευχαριστία συνδυάζεται μετά της ενότητας εν τη Ορθοδοξία, ενώ ο Επίσκοπος καθίσταται σαφώς διά της χειροτονίας του ο διάδοχος των Αποστόλων τόσον εν τη προσφορά της Ευχαριστίας όσον και εν τη διαφυλάξει της Ορθοδοξίας (2).


Αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα, διαβάζοντας την παραπάνω εργασία, ότι δεν επιδιώκω να δώσω απαντήσεις σε παγιωμένες έως απολιθωμένες θέσεις, ενός πουριτανού αλπινιστή οπαδού (άλλωστε δεν αναζητώ αυτούς), αλλά να παρακινήσω σε έρευνα και μελέτη έναν προτεστάντη που η καρδιά του ακόμα χτυπά και δεν παραδόθηκε εξ ολοκλήρου στα χέρια της ανελεύθερης ηγεσίας. Σ’εκείνον που τα παράθυρα και οι θύρες του σπιτιού είναι ακόμα ανοιχτά και οι ακτίνες του ήλιου τολμούν να φωτίσουν το χώρο που της δίνει και για όσο επιτρέπει ο κύρης του σπιτιού. Ελπίζω, εύχομαι και προσεύχομαι, να ανοίξουν διάπλατα όλα τα παράθυρα και να κατοικήσει το Φώς του Χριστού σε όλες τις ανθρώπινες υπάρξεις όπως το πρωινό τραγούδι ενός πουλιού σε μια όμορφη από χρώματα και άνθη επαρχιακή πόλη».

«ή γάρ αγνοούντες διδάξομεν ή κακουργούντες ουκ επιτρέψομεν» (Μέγας Βασίλειος)
Σημειώσεις:
1: Ντοστογιέβσκη, «οι αδελφοί Καραμάζωφ», Γ’ τόμος
2: Η Ενότης της Εκκλησίας εν τη Θεία Ευχαριστία και Επισκόπω κατά τους τρείς πρώτους αιώνας, Περγάμου κ. Ζηζιούλα